Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2010





το δεύτερο video εμπεριέχει ένα μέρος του πρώτου
αλλά πηγαίνει πιό πέρα στην ταινία και έχει καλό
συγχρονισμό φωνής.

Aπ΄το μικρό στο μεγάλο...

Όσοι/ες από σας έχετε μεγαλώσει σε χωριά ή μικρές πόλεις, θυμάστε σίγουρα πως απ΄ένα ύψωμα μπορούσατε να δείτε, ν΄”αγκαλιάσετε”, την αρχή και το τέλος του τόπου σας. Η αίσθηση αυτή του ”αγκαλιάσματος” σας έδινε μιά εσωτερική γαλήνη και σιγουριά. ”Εδώ μένω εγώ, αυτός είναι ο τόπος μου, αρχίζει εδώ και τελειώνει εκεί, γνωρίζω λίγο-πολύ τους κατοίκους. Εκεί πέρα μένει ο/η ..., παραπέρα είναι το ... κλπ.

Υπολογίζεται ότι το έτος 2050 70%-80% του παγκόσμιου πληθυσμού θα μένει σε Μεγα-πόλεις

Φανταστείτε τον εαυτό σας σε μιά Μεγα-πόλη όπου θα είστε μιά ασήμαντη οντότητα, ανάμεσα σε δεκάδες εκατομμύρια άγνωστους/ες, σ΄ένα ασήμαντο κομματάκι ενός τερατουργήματος.

Μη τρομάζετε και τόσο πολύ όσοι/ες είστε νέοι/ες. Ότι δεν έχουμε ζήσει, δε μας λείπει. Έχουμε μάθει, άλλωστε, να πιστεύουμε ότι εμείς οι άνθρωποι συνηθίζουμε τα πάντα και προσαρμοζόμαστε.

Εδώ όμως θα ασχοληθούμε λιγάκι με μιά μάλλον μικρή πόλη του 1954. Μιά πόλη που την έλεγαν ”μαγική” και που τυχαίνει να είναι η Αθήνα. Θα μπορούσε όμως να είναι οποιαδήποτε άλλη πόλη της Ελλάδας

Ένα ταξίδι θα σας πάω. Μακριά και πίσω. Σε μιά πόλη μαγική, σε μιά πόλη που αγωνίζονταν να διώξει από τα ρούχα της τις στάχτες ενός αδελφοκτόνου σπαραγμού. Στην Αθήνα του 1954.

Φωτογραφία από φτωχογειτονιά της Αθήνας του 54

Ίσως θ΄αναρωτιέστε, γιατί μαγική; Πού ήταν το μαγικό; Στη φτώχεια; Στο ότι η χώρα ήταν ρημαγμένη και διχασμένη; Όχι. Το μαγικό βρισκόταν στο ότι οι περιπέτειες φαίνονταν να είχαν τελειώσει, οι άνθρωποι είχαν ανάγκη να ελπίζουν ότι θα ξημέρωναν καλύτερες μέρες. Ακόμα, στο ότι επειδή τα προηγούμενα χρόνια ήταν τραγικά, οι άνθρωποι θυμόντουσαν ότι είχε ο ένας την ανάγκη του άλλου. Εκεί βρίσκονταν το μαγικό. Είχαν την ανάγκη να ”ξεχάσουν”, να ξεκινήσουν απ΄την αρχή, μ΄όσα μέσα και δυνάμεις είχαν μέσα τους.

Ο Νίκος Κούνδουρος περίγραψε δύο διαφορετικές πόλεις που, ουσιαστικά, ήταν μόνο μία. Τη «μαγική”, την πόλη της φτωχολογιάς (απ΄όπου και οι παραπάνω φωτογραφίες) και την άλλη, τη ”magic city” (…), αυτών που βγήκαν αλώβητοι (άβλαβοι, σώοι/oskadade) από τις περιπέτειες και ασπάστηκαν το μοντέλο μιάς άλλης ζωής που εισάχθηκε απ΄το εξωτερικό.

”Υπάρχει μιά βασική αντινομία που ο νεότερος Ελληνισμός ποτέ του δεν κατάφερε να λύσει.Είναι αυτή η καταπληκτικά αντιφατική επίκκληση, ταυτόχρονα, της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και της χριστιανο-βυζαντινής παράδοσης που είναι έννοιες τελείως ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Ή θεωρεί κανείς ότι ένα σημείο γιά ξεκίνημα είναι ο Επιτάφιος του Περικλέα, ή είναι με τη βυζαντινή παράδοση. Και τα δύο πράγματα δε συμβιβάζονται. Ή η αθηναϊκή δημοκρατία ήτανε κάτι, ή η βυζαντινή θεοκρατία είναι το πρότυπο ή το σπέρμα.

Τώρα, πάνω σ΄αυτή την αντινομία πέφτει το γεγονός ότι, όποια νεοελληνική παράδοση υπήρχε, ποτέ δε μπόρεσε να σταθεροποιηθεί, πολύ λίγο μπόρεσε να δώσει έργα που να είναι σταθμοί και κτήματα πέρα απ΄τα οποία μπορεί να πάει κανείς και, κάθε φορά που άρχιζε να δίνει κάτι και να δημιουργείται σα ζωντανή ιστορική δουλειά, κάθε φορά συνετρίβη από ιστορικά γεγονότα, καταστροφές που, θα μπορούσε να πει κανείς, δίνουν το ρυθμό της νεοελληνικής ιστορίας.Η τελευταία απ΄αυτές τις καταστροφές είναι, φυσικά, η αθρόα (massiva) και ραγδαία εισβολή του σύγχρονου δυτικού καταναλωτικού πολιτισμού που, ένας τόπος που δεν είχε, με μιά έννοια, αλλάξει επί 25 αιώνες, γίνεται σμπαράλια μέσα σε 20 χρόνια. Κι όταν λέω τόπος, δεν εννοοώ μόνο τα τοπία, εννοώ κυρίως τους ανθρώπους, την ποιότητα και τη στάση των ανθρώπων...”

(απόσπασμα από μιά ήσυχη κουβέντα με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, σε μιά ήσυχη ελληνική ακρογιαλιά).

Μέσα στα 20 χρόνια που αναφέρει ο Καστοριάδης, εμπεριέχονται αυτά που γυρίστηκε η ταινία.

Οι χαρακτήρες της ”Μαγικής πόλης” δεν έχουν πολλές επιλογές. Ή θα μείνουν στη ζωή που κάνουν ή, ο/η καθένας/μιά με τον τρόπο του/της, θα προσπαθήσουν να εισχωρήσουν στην ”άλλη πόλη”, στη ”magic city”, στο δυτικό καταναλωτικό μοντέλο, αυτό που ζούμε και σήμερα...

Η ”μαγική πόλη”, η πόλη της φτωχολογιάς, θα απωθηθεί με τα χρόνια, θα ξεχαστεί και αυτοί”/ές που την επικαλούνται σήμερα, θα παίρνουν τον τίτλο του/της ρομαντικού/ής...

Εκείνη λοιπόν την εποχή, ο νεαρός Νίκος Κούνδουρος φτιάχνει την ταινία "Μαγική πόλις"με μουσική του επίσης προικισμένου νεαρού Μάνου Χατζηδάκι.

Μαγική πόλη

Έτος προβολής: 1955

Σκηνοθέτης : Νίκος Κούνδουρος

Σενάριο: Μαργαρίτα Λυμπεράκη

Μουσική : Μάνος Χατζηδάκις

Ηθοποιοί: Μάνος Κατράκης , Γιώργος Φούντας , Στέφανος Στρατηγός , Μίμης Φωτόπουλος , Ανέστης Βλάχος , Μαργαρίτα Παπαγεωργίου , Ανδρέας Ντούζος , Εύα Μπρίκα , Νίκος Τσαχιρίδης , Θανάσης Βέγγος , Ευτυχία Παυλογιάννη

Στo περιοδικό Λέξη, τον Φεβρουάριο του 1983, ο Μάνος Χατζιδάκις θυμάται για τη Μαγική Πόλη:

«Είναι η Αθήνα του ’52, είναι το μουσικό μου θέμα για την πρώτη ταινία του Κούνδουρου, μ’ ένα κορίτσι που κατοικούσε πίσω από του Φιξ, σε γειτονιά που τη ζηλεύαμε ο Νίκος κι εγώ για τη θερμότητα και τον ονειρικόν ερωτισμό της. Εκείνος μάλιστα προχώρησε κι αγάπησε εκείνο το κορίτσι, ενώ εγώ έμεινα λίγο πιο ’κει, για να τους παίζω στη φυσαρμόνικα την Μαγική μου πόλη, καθώς περιείχε εξαντλητικά νυχτερινούς διαβάτες, περιπατητές, στους δρόμους, στις μικρές πλατείες, ως το πρωί που ξεκινούσαν τα φορτηγά για να πάνε στην αγορά… Και το κορίτσι μας να ξαγρυπνά για να ζωγραφίσει, με λαδοχρώματα νυχτερινά το πρόσωπό Του κι εγώ μαζί της και η πόλη, που ήταν στ’ αλήθεια τότε μαγική».

Πώς μας φαίνονται αυτά τα λόγια του Μάνου; Ρομαντικά; Κουλτουριάρικα; Εύκολες κουβέντες ενός νέου μουσικού; Ίσως, εκ πρώτης όψεως. Υπάρχει μιά υπολανθάνουσα αίσθηση ότι ο Χατζηδάκις βρίσκονταν στα δεξιά. Στα νιάτα του ήταν στις γραμμές της ΕΠΟΝ. Μετά, έφυγε και κλείστηκε στις μουσικές του. Ουσιαστικά, ήταν ένα αξιοπρεπής αντιεξουσιαστής. Γιά τον εαυτό του έχει πει:

H αριστερά οφείλει να περιέχει κάθε άνθρωπο με ανησυχίες Κάθε άνθρωπος που δε συμβιβάζεται είναι αριστερός. Ως συμπεριφορά είμαι μεγαλοαστός. Ως καλλιέργεια, είμαι ποιητής και ως βαθύτερη ιδιοσυγκρασία είμαι λαϊκός.

Ο Νίκος Κούνδουρος για τον Χατζηδάκι:

«Έχω μεγάλο θαυμασμό για τα ελαττώματά του. Πάντα τον θαύμαζα και αυτός, ο σπουδαίος, έγραφε τραγούδια και τραγουδάκια για το χατίρι ενός λαού που ακόμα δεν ξέρει αν τον αγαπάει ή τον σιχαίνεται. Τον θαύμαζα – και τον θαυμάζω – γιατί από τα χαρακτηριστικά της φυλής, διάλεξε να κάνει δικά του όλα μας τα κουσούρια. Τη ραθυμία, τη φλυαρία, την αυταρέσκεια, τη φιληδονία κ.α. Μ' αρέσει γιατί είναι επιθετικός χωρίς κακία κι απλώνει το κεντρί του επί δικαίων και αδίκων, με οδηγό το ένα, μοναδικό και ακαταμάχητο δικό του κριτήριο. Τον θαυμάζω που μια ζωή τα κατάφερε να μην πάει ποτέ στα ραντεβού του. Τον θαυμάζω που αυτός, ο φιλάρεσκος σαν γυναίκα, έμεινε κοντά τριάντα χρόνια με σπασμένα τα μπροστινά του δόντια, προκλητικός και σ’ αυτό, χωρίς λόγο, έτσι, γιατί βαριότανε να καθίσει μ’ ανοιχτό το στόμα στην καρέκλα του οδοντιάτρου. Μ’ αρέσει γιατί μιλάει με το “γο” ο δάσκαλος ηθοποιών και τραγουδιστών. Μ’ αρέσει ακόμα που χωρίζει τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες. Στους φίλους του και στους “άλλους”. Κι ακόμα, που αγαπούσε τον Καραμανλή όταν όλοι τον μισούσαμε. Που εξευτελίζει την πολυμιλημένη πολιτική συνείδηση του Ρωμιού, δηλώνοντας με αφοπλιστική αθωότητα “δεξιός”. Μ’ αρέσει ακόμα γιατί λέει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη χωρίς κανένας να τον ρωτήσει, έτσι, από αντριλίκι κι από αγάπη γι’ αυτή την κοινωνία, που δεν μπορεί να την τινάξει από πάνω του. Μ’ αρέσει και για την αισιοδοξία του, και για την χωρίς όρια αντοχή του, και για τον ισπανό κονκισταδόρ που σέρνει μέσα του».
Νίκος Κούνδουρος

Ο Χατζηδάκις πήγαινε στην Ομόνοια και άκουγε το Μάρκο Βαμβακάρη.Πίσω απ΄τις πρώιμες κουβέντες του κρύβεται η πλήξη και τα ερωτηματικά γιά την τάξη μέσα στην οποία κινιόταν.Οι φτωχογειτονιές, τα λαϊκά κορίτσια και νέοι τον έκαναν να συγκρίνει με τους χλιαρούς πασταφλόρους της άλλης, της ”αλλοιθωρίζουσας” κοινωνίας...

Ας μη πολυλογήσουμε άλλο.

Όμως, ξανασκεφθείτε τη λέξη ”ανάπτυξη”. H καπιταλιστική λογική της συνεχούς ανάπτυξης και της απόλυτης κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη Φύση, οδηγεί στο τέλος του κόσμου μας.

Το CD με τον ομώνυμο τίτλο.

Συνεργασία Μάνου Χατζηδάκι και Μίκη Θεοδωράκη. Περιέχονται τα εξής τραγούδια:

1. Μαγική πόλη , Έλσα Μαργαρίτη

2. Το ναυτάκι, Έλσα Μαργαρίτη

3. Είμαι αητός χωρίς φτερά, Γρηγόρης Μπιθικώτσης

4. Ήρθε Βοριάς, ήρθε Νοτιάς, Νίκη Καμπά

5. Η κυρά, Γρηγόρης Μπιθικώτσης

6. Βάρκα στο γιαλό, Κλειώ Δενάρδου

7. Τι να την κάνω τη χαρά, Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Χρηστάκης

8. Το γελαστό παιδί, Ντόρα Γιαννακοπούλου

9. Το φεγγάρι κάνει βόλτα, Γρηγόρης Μπιθικώτσης

10.Μαργαρίτα, Μαγιοπούλα, Κλειώ Δενάρδου

*